Ο καρκίνος ωοθηκών είναι μία κακοήθεια που αναπτύσσεται από τα κύτταρα των ωοθηκών ή των σαλπίγγων και αποτελεί τον πιο θανατηφόρο καρκίνο του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος. Παρότι μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε ηλικία, είναι πιο συχνός σε γυναίκες που έχουν μπει στην εμμηνόπαυση, με μέση ηλικία διάγνωσης τα 63 έτη. Ο συνολικός κίνδυνος μιας γυναίκας να νοσήσει στη διάρκεια της ζωής της εκτιμάται περίπου στο 1,3%, δηλαδή περίπου μία στις 80 γυναίκες στις αναπτυγμένες χώρες. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, ο καρκίνος των ωοθηκών είναι η πέμπτη σε συχνότητα κακοήθεια στις γυναίκες, αλλά δυστυχώς ευθύνεται για το μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων μεταξύ όλων των γυναικολογικών καρκίνων. Αυτό δείχνει πόσο σημαντικό είναι να γνωρίζουμε τα βασικά χαρακτηριστικά της νόσου, ώστε να αναγνωρίζουμε έγκαιρα τα συμπτώματα και να προχωρούμε σε έγκυρη διάγνωση και θεραπεία.
Οι ωοθήκες και η λειτουργία τους
Οι ωοθήκες είναι δύο μικρά όργανα που βρίσκονται χαμηλά στην κοιλιά και έχουν διπλό ρόλο. Από τη μία, παράγουν τις ορμόνες του φύλου (οιστρογόνα και προγεστερόνη), οι οποίες ρυθμίζουν τον εμμηνορρυσιακό κύκλο και πολλές άλλες λειτουργίες του σώματος. Από την άλλη, περιέχουν τα ωάρια μέσα στα ωοθυλάκια, τα οποία απελευθερώνονται σε κάθε κύκλο για πιθανή γονιμοποίηση. Όταν πια εξαντληθεί το απόθεμα ωαρίων, σταματά η περίοδος και ξεκινά η εμμηνόπαυση. Ο καρκίνος ωοθηκών αναπτύσσεται όταν κάποια από αυτά τα κύτταρα υποστούν γενετικές βλάβες και αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα. Ο πιο συχνός ιστολογικός τύπος είναι ο υψηλής κακοήθειας ορώδης καρκίνος, που θεωρείται ουσιαστικά ίδια νόσος με το καρκίνωμα των σαλπίγγων και το πρωτοπαθές καρκίνωμα του περιτοναίου.
Είδη όγκων στις ωοθήκες
Οι όγκοι των ωοθηκών διακρίνονται σε τρεις βασικές κατηγορίες, ανάλογα με τα κύτταρα από τα οποία προέρχονται. Η πιο συχνή ομάδα είναι οι επιθηλιακοί όγκοι, που ξεκινούν από τα κύτταρα της επιφάνειας της ωοθήκης και περιλαμβάνουν τον ορώδη, τον βλεννώδη, τον ενδομητριοειδή και τον διαυγοκυτταρικό τύπο, καθώς και τον όγκο Brenner. Λιγότερο συχνοί είναι οι όγκοι γεννητικών κυττάρων, οι οποίοι προέρχονται από τα αρχέγονα ωοθηκικά κύτταρα και παραδείγματα είναι το δυσγερμίνωμα, το άωρο τεράτωμα και ο όγκος λεκιθικού ασκού. Τέλος, υπάρχουν οι όγκοι γεννητικής ταινίας ή στρώματος, όπως ο κοκκιοκυτταρικός όγκος και ο Sertoli–Leydig, που ξεκινούν από τα κύτταρα της κοκκιώδους στοιβάδας και της θήκης. Εκτός από αυτούς, υπάρχει και μια ιδιαίτερη κατηγορία, οι λεγόμενοι όγκοι οριακής κακοήθειας. Αυτοί είναι κυρίως ορώδεις ή βλεννώδεις όγκοι που δεν είναι καλοήθεις κύστεις, αλλά ούτε και πλήρως ανεπτυγμένα καρκινώματα, και εμφανίζονται συχνότερα σε γυναίκες κάτω των 40 ετών.
Παράγοντες κινδύνου και προστατευτικοί παράγοντες
Η ηλικία αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες κινδύνου, καθώς η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου αυξάνεται μετά τα 60. Εξίσου σημαντικό είναι το οικογενειακό ιστορικό, ιδιαίτερα όταν υπάρχει καρκίνος μαστού, ωοθηκών ή ενδομητρίου σε συγγενείς πρώτου βαθμού. Οι κληρονομικές μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 και BRCA2 αυξάνουν πολύ τον κίνδυνο, με ποσοστά που φτάνουν το 40% και 15% αντίστοιχα μέχρι την ηλικία των 70–80 ετών. Επίσης, το σύνδρομο Lynch σχετίζεται με αυξημένη πιθανότητα νόσου. Άλλοι παράγοντες που επιβαρύνουν τον κίνδυνο είναι η ατοκία, η υπογονιμότητα, η πρώιμη εμμηναρχή, η καθυστερημένη εμμηνόπαυση και η ενδομητρίωση. Το κάπνισμα, η παχυσαρκία, η έλλειψη άσκησης, η λήψη ορμονικής υποκατάστασης και η έκθεση σε αμίαντο έχουν επίσης ενοχοποιηθεί.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν παράγοντες που φαίνεται να μειώνουν την πιθανότητα εμφάνισης της νόσου. Η μακροχρόνια χρήση αντισυλληπτικών δισκίων έχει προστατευτική δράση, όπως και η εγκυμοσύνη. Ο θηλασμός και ο μικρότερος αριθμός εμμηνορρυσιακών κύκλων στη ζωή μιας γυναίκας φαίνεται επίσης να έχουν ευεργετική επίδραση. Επιπλέον, οι χειρουργικές μέθοδοι αντισύλληψης, όπως η απολίνωση των σαλπίγγων ή η σαλπιγγεκτομή, έχουν συσχετιστεί με μειωμένο κίνδυνο. Σε γυναίκες με κληρονομική προδιάθεση, ο γιατρός μπορεί να συστήσει προληπτικές επεμβάσεις ή στενή παρακολούθηση, πάντα εξατομικευμένα.
Συμπτώματα που προκαλεί ο καρκίνος ωοθηκών
Ο καρκίνος ωοθηκών συχνά χαρακτηρίζεται ως «σιωπηλός δολοφόνος», γιατί στα αρχικά στάδια δεν προκαλεί χαρακτηριστικά συμπτώματα. Συνήθως η διάγνωση γίνεται όταν η νόσος έχει ήδη προχωρήσει. Ωστόσο, υπάρχουν προειδοποιητικά σημάδια που δεν πρέπει να αγνοούμε. Το πιο συχνό είναι το επίμονο φούσκωμα ή η διάταση της κοιλιάς, που δεν υποχωρεί μετά το φαγητό. Συχνά εμφανίζεται κοιλιακό ή πυελικό άλγος και αίσθημα πίεσης χαμηλά. Μπορεί να υπάρχει απώλεια όρεξης, γρήγορο αίσθημα κορεσμού, ναυτία και αλλαγές στις εντερικές συνήθειες, κυρίως δυσκοιλιότητα. Συμπτώματα από το ουροποιητικό, όπως συχνοουρία ή ξαφνική ανάγκη για ούρηση, είναι επίσης συνηθισμένα. Άλλα σημάδια περιλαμβάνουν πόνο στη μέση, δυσφορία στη σεξουαλική επαφή, ανεξήγητη απώλεια βάρους, αιμορραγία εκτός περιόδου ή μετά την εμμηνόπαυση και έντονη κόπωση. Αν τέτοια συμπτώματα επιμένουν για περισσότερες από δύο εβδομάδες, είναι απαραίτητη η ιατρική εκτίμηση ώστε να διαπιστωθεί αν κρύβεται από πίσω ο καρκίνος ωοθηκών.
Πώς διαγιγνώσκεται ο καρκίνος ωοθηκών
Η διάγνωση ξεκινά με κλινική εξέταση και γυναικολογικό υπερηχογράφημα. Στη συνέχεια γίνεται αιματολογικός έλεγχος με καρκινικούς δείκτες, όπως το CA-125 που είναι ο πιο συχνός, αλλά και άλλοι όπως το CA 19-9, το CEA, το AFP, το HE-4 ή η hCG. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι οι δείκτες αυτοί δεν είναι απόλυτοι, αφού μπορούν να είναι αυξημένοι και σε καλοήθεις παθήσεις. Για καλύτερη απεικόνιση χρησιμοποιούνται μαγνητική (MRI) ή αξονική τομογραφία (CT) κοιλίας και θώρακα, ενώ σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί να γίνει και PET/CT. Παρ’ όλα αυτά, η οριστική διάγνωση τίθεται μόνο με ιστολογική εξέταση ιστού που λαμβάνεται με βιοψία ή λαπαροσκόπηση. Η λαπαροσκόπηση επιτρέπει ταυτόχρονα την ακριβή εκτίμηση της έκτασης που έχει λάβει ο καρκίνος ωοθηκών, τη σταδιοποίηση και τη λήψη αντιπροσωπευτικών δειγμάτων.
Σταδιοποίηση της νόσου
Η σταδιοποίηση είναι σημαντική γιατί καθορίζει την πρόγνωση και τη θεραπεία. Στο στάδιο Ι, ο καρκίνος ωοθηκών περιορίζεται στις ωοθήκες ή τις σάλπιγγες. Στο στάδιο ΙΙ, έχει περάσει εκτός ωοθηκών αλλά παραμένει μέσα στην πύελο, π.χ. με επέκταση στη μήτρα. Στο στάδιο ΙΙΙ, η νόσος έχει εξαπλωθεί στην κοιλιά πέραν της πυέλου ή στους λεμφαδένες. Τέλος, στο στάδιο IV υπάρχουν απομακρυσμένες μεταστάσεις, όπως στο ήπαρ, στο διάφραγμα ή στους πνεύμονες. Όσο πιο προχωρημένο το στάδιο, τόσο δυσκολότερη είναι η θεραπεία και χαμηλότερη η πρόγνωση.
Πώς αντιμετωπίζεται ο καρκίνος ωοθηκών
Η θεραπεία εξατομικεύεται με βάση τον ιστολογικό τύπο, το στάδιο, την ηλικία, τη γενική κατάσταση υγείας και την επιθυμία για μελλοντική τεκνοποίηση. Σε πρώιμα στάδια, σε κατάλληλες ασθενείς, μπορεί να γίνει συντηρητική χειρουργική που διατηρεί τη γονιμότητα. Ωστόσο, η συνηθέστερη προσέγγιση είναι ο συνδυασμός χειρουργείου και χημειοθεραπείας. Στόχος της χειρουργικής επέμβασης είναι η πλήρης αφαίρεση της ορατής νόσου (κυτταρομείωση). Αν αυτό δεν είναι εφικτό λόγω έκτασης ή κατάστασης υγείας, μπορεί να προηγηθεί νεοεπικουρική χημειοθεραπεία για να συρρικνωθεί ο όγκος και να ακολουθήσει χειρουργείο.Η χημειοθεραπεία βασίζεται συνήθως σε συνδυασμό ορισμένων φαρμάκων που δίνονται ενδοφλεβίως σε κύκλους.
Η επιλογή ιατρού αποτελεί κρίσιμο βήμα. Είναι πολύ σημαντικό να επιλεχθεί ο καλύτερος γυναικολόγος ογκολόγος που θα βρίσκεται στο πλευρό της ασθενούς σε κάθε βήμα της όλης διαδικασίας.
Πρόγνωση και παρακολούθηση
Η πρόγνωση εξαρτάται κυρίως από το στάδιο της διάγνωσης και το πόσο πλήρως αφαιρέθηκε η νόσος με το χειρουργείο. Στο στάδιο Ι, η πενταετής επιβίωση φτάνει το 92%, στο στάδιο ΙΙ περίπου το 73%, ενώ στα στάδια ΙΙΙ και IV πέφτει γύρω στο 31%. Παρά τα δύσκολα αυτά ποσοστά, η πρόγνωση βελτιώνεται σημαντικά με την πρόοδο της χειρουργικής και των νέων φαρμάκων. Η παρακολούθηση μετά τη θεραπεία περιλαμβάνει τακτική κλινική εξέταση, έλεγχο καρκινικών δεικτών και απεικονιστικό έλεγχο όταν υπάρχουν ενδείξεις. Ο στόχος είναι η έγκαιρη ανίχνευση τυχόν υποτροπής και η άμεση αντιμετώπιση.
Συνοψίζοντας, ο καρκίνος ωοθηκών είναι μια σοβαρή και συχνά ύπουλη νόσος, που όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά όταν διαγνωστεί έγκαιρα και θεραπευτεί σε εξειδικευμένα κέντρα. Η προσοχή σε επίμονα και ασυνήθιστα συμπτώματα είναι κρίσιμη, καθώς δεν υπάρχει ακόμη αξιόπιστος προληπτικός έλεγχος για τον γενικό πληθυσμό. Η συνεργασία με εξειδικευμένο γυναικολόγο ογκολόγο είναι καθοριστική για την επιλογή της καλύτερης θεραπείας και την αύξηση των πιθανοτήτων επιβίωσης. Παρά τις δυσκολίες, η πρόοδος της ιατρικής δίνει νέες ελπίδες και επιλογές στις γυναίκες που έρχονται αντιμέτωπες με αυτήν τη νόσο.
Στο Iatromedia θα βρείτε πολλαπλά Ιατρικά Άρθρα διαφόρων θεματολογιών.

Μιχάλης Γεωργιάδης
Συντάκτης Ιατρικού Περιεχομένου: Ο Μιχάλης Γεωργιάδης είναι επαγγελματίας συντάκτης με εμπειρία σε ιατρικά, διαγνωστικά και χειρουργικά θέματα. Με βαθιά γνώση της ιατρικής ορολογίας και με στόχο την αξιοπιστία της πληροφορίας, επιμελείται άρθρα που ενισχύουν την εικόνα και την εξειδίκευση των ιατρών στο ελληνικό διαδίκτυο.


